- αυτοάμυνα
- η самооборона, самозащита
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αυτοάμυνα — η η άμυνα που πραγματοποιεί κανείς μόνος του, με τα δικά του μέσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αυτο * + άμυνα. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. self defense)] … Dictionary of Greek
αυτοάμυνα — η το δικαίωμα να προστατεύει κανείς τον εαυτό του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Μαύροι Πάνθηρες — (Black Panther Party). Επαναστατικό κίνημα, η πλήρης ονομασία του οποίου είναι Μαύροι Πάνθηρες για την Αυτοάμυνα (Black Panther Party For Self defense). Το κίνημα ιδρύθηκε το 1966 στο Όκλαντ των ΗΠΑ από τον Χιούι Νιούτον και τον Μπόμπι Σίαλ. Ο… … Dictionary of Greek